Μύρκινον

Μύρκινον
Μύρκινος
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • πλείστος — η, ο / πλεῑστος, η, ον, ΝΜΑ (υπερθετικό τού επιθ. πολύς) 1. πάρα πολύς, κυρίως ως προς τον αριθμό ή ως προς την ποσότητα 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οι πλείστοι οι περισσότεροι, ο μεγαλύτερος αριθμός («καὶ οἱ μὲν ψιλοὶ οἱ πλεῑστοι εὐθὺς ἐχώρουν»,… …   Dictionary of Greek

  • Ηδωνίς — Ονομασία περιοχής της ανατολικής Μακεδονίας, κοντά στον ποταμό Στρυμόνα, όπου κατοικούσαν οι Ηδωνοί (φυλή της Θράκης). Ονομαζόταν επίσης και Άντανδρος. Πρωτεύουσα της περιοχής ήταν η πόλη Μύρκινον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”